- ισοδομία
- ηη τεχνοτροπία τού κτισίματος με ίσους δόμους, δηλαδή με ευθείες σειρές λίθων ίσου μεγέθους.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ισοδομία — η τέχνη κτισίματος με ισομεγέθεις λίθους βαλμένους σε σειρά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ισόδομος — η, ο (Α ἰσόδομος, ον) (για τοίχο) ο κτισμένος κατά ίσους δόμους, δηλαδή με σειρές λίθων ίσου μεγέθους νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το ισόδομο η ισοδομία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + δομος (< δόμος), πρβλ. μεσό δομος, υψί δομος] … Dictionary of Greek